Αριθμητικές Δεξιότητες

    Από: Startup Team

Η έρευνα των Δεξιοτήτων Ενηλίκων καθορίζει, τις αριθμητικές δεξιότητες, ως τις δυνατότητες ενός ενήλικα να έχει πρόσβαση, να χρησιμοποιεί, να ερμηνεύει και να επικοινωνεί με μαθηματικές πληροφορίες και ιδέες, ώστε να μπορεί να διαχειρίζεται και να φέρει εις πέρας τις μαθηματικές απαιτήσεις του και μια σειρά από καταστάσεις στην ενήλικη ζωή του. Αυτό όμως δεν αρκεί. Ο ενήλικας για να μπορέσει να διεκδικήσει μια θέση εργασίας, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καλλιέργεια των μαθηματικών του δεξιοτήτων, πράγμα που αναλαμβάνει το skills e-development.

Υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των ενηλίκων, το οποίο ανταποκρίνεται κατάλληλα στις μαθηματικού περιεχομένου πληροφορίες και ιδέες που εκπροσωπούνται από διάφορους τρόπους, προκειμένου να διαχειριστεί τις καταστάσεις και να λύσει τα προβλήματα στο πλαίσιο της πραγματικής ζωής του. Αν και οι επιδόσεις σε αριθμητικές εργασίες, εν μέρει, εξαρτώνται από την ικανότητα του ενήλικα να διαβάσει και να κατανοήσει το κείμενο, η αριθμητική περιλαμβάνει περισσότερα στοιχεία από την εφαρμογή αριθμητικών δεξιοτήτων για τις ενσωματωμένες  πληροφορίες του κειμένου.

Η ερώτηση είναι τι μπορούν να κάνουν οι ενήλικες σε διαφορετικά επίπεδα γνώσης  αριθμητικής;

Σύμφωνα με την έρευνα Δεξιοτήτων Ενηλίκων, υπάρχουν έξι επίπεδα γλωσσομάθειας στα οποία μπορεί να καταταχθεί ένα ποσοστό ενηλίκων ηλικίας 16 έως 65.

Σύγκριση του μέσου όρου των επιπέδων επάρκειας των ενηλίκων από 16-24 ετών στις αριθμητικές δεξιότητες.

Ο μέσος όρος βαθμολογίας μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ που συμμετέχουν στην εκτίμηση είναι 269 μονάδες. Η Ιαπωνία έχει το υψηλότερο  επίπεδο  επάρκειας στην αριθμητική (288 μονάδες), ακολουθούμενη από τη Φινλανδία (282 πόντους). Η Ισπανία (246 βαθμοί) και η Ιταλία (247 βαθμοί) καταγράφουν τις χαμηλότερες  βαθμολογίες. Ένας ενήλικος με βαθμολογία ίση με τον εθνικό μέσο όρο της Ιρλανδία (256 μονάδες), ή των Ηνωμένες Πολιτείες (253 βαθμοί), για παράδειγμα, μπορεί τυπικά να ολοκληρώσει με επιτυχία τα στοιχεία αξιολόγησης στο επίπεδο 2. Συνολικά, η διακύμανση μεταξύ των χωρών είναι σχετικά μικρή. Μόνο 42 πόντους χωρίζει τους  μέσους όρους  από τις υψηλότερες και χαμηλότερες επιδόσεις των χωρών. Η πλειοψηφία των χωρών (14 από 22) έχουν βαθμολογίες στην περιοχή του 263 με 282 βαθμούς (19 βαθμούς). Μέσω της σύγκρισης, ο μέσος όρος, σημείο  χάσμα μεταξύ της υψηλότερης και της χαμηλότερης εκτελεί 10% των ενηλίκων σε όλες τις χώρες είναι 127 πόντους σε ικανότητες αριθμητικής.

Συσχετίσεις επάρκειας δεξιοτήτων μεταξύ γραφής και ανάγνωσης και των 20 χωρών του (ΟΟΣΑ).

Η επάρκεια δεξιοτήτων των ατόμων  γλωσσικού και αριθμητικού επίπεδου είναι στενά συνδεδεμένη. Η συσχέτιση μεταξύ της ικανότητας στην ανάγνωση και στην αριθμητική σε ατομικό επίπεδο για το σύνολο του δείγματος και των 20 χωρών του (ΟΟΣΑ) είναι 0,87. Η συσχέτιση είναι υψηλότερη στη Νορβηγία (0,90), στις  Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία και την Ολλανδία (0,89) και το χαμηλότερο στην Τσεχία (0,80), την Ιταλία (0,82) και την Εσθονία (0,83). Το επίπεδο της συσχέτισης συνάδει με τις ανάλογες  προσδοκίες. Για παράδειγμα, παρόμοια επίπεδα συσχετισμού βρέθηκαν στο Διεθνές Πρόγραμμα για την Αξιολόγηση των Μαθητών (Programme for International Student Assessment) του ΟΟΣΑ μεταξύ ικανότητας ανάγνωσης και αριθμητικής καθώς επίσης  αλφαβητισμού των ενηλίκων στην Έρευνα Δεξιοτήτων Ζωής (ALL) μεταξύ πρόζας,  παιδείας και αριθμητικής. Η ανάγνωση και η αριθμητική, παρ ‘όλα αυτά, αποτελούν ξεχωριστές δεξιότητες. Σύμφωνα με το ατομικό επίπεδο, η ισχύς της σχέσης μεταξύ ανάγνωσης και αριθμητικής μαζί  με άλλα στοιχεία, όπως είναι η απασχόληση και οι μισθοί, κυμαίνονται σε άλλα πλαίσια . Οι μαθηματικές γνώσεις, για παράδειγμα, έχουν μια  πιο ισχυρή σχέση με τους μισθούς, σε σχέση με τις γλωσσικές ικανότητες.

Βλέπε σχετικό ακόλουθο διάγραμμα των χωρών αυτών:

Εθνικές Οντότητες

(ΣΚΟΡ) μεταξύ των γλωσσικών και των αριθμητικών δεξιοτήτων, ατόμων ηλικίας 16-65 ετών

Νορβηγία

90,10%

Ηνωμένες Πολιτείες

89%

Σουηδία

88,90%

Αυστραλία

88,90%

Ισπανία

88,70%

Ολλανδία

88,60%

Κορέα

88,30%

Δανία

88,10%

Γερμανία

87,60%

Ιρλανδία

87,30%

Αγγλία

87,30%

Βέλγιο

87,20%

Καναδάς

86,80%

ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ

86,70%

Γαλλία

86,70%

Φιλανδία

86,40%

Αυστρία

86,30%

Πολωνία

85,80%

Σλοβακία

85,50%

Ιαπωνία

84,60%

Εσθονία

82,90%

Ιταλία

82,30%

Κύπρος

80,50%

Τσεχία

80,30%

Κωνσταντίνος Πρίφτης,
Φοιτητής Οικονομικού Τμήματος Πανεπιστημίου Αθηνών