Επιχειρηματικότητα

Μεγάλο το πλήγμα για τον τουρισμό, κίνδυνος να χαθεί η σεζόν

Δεν έχουν περάσει παρά λίγες μόνο εβδομάδες από τη δημοσιοποίηση από την Τράπεζα της Ελλάδος της εκρηκτικής ανόδου που σημείωσαν πέρσι οι τουριστικές εισπράξεις, που ξεπέρασαν τα 18 δισ. ευρώ, με ταυτόχρονη σημαντική ενίσχυση τόσο της μέσης δαπάνης ανά τουρίστα, όσο και του αριθμού των επισκεπτών, με περισσότερους από 31 εκατ. αφίξεις από το εξωτερικό.  Για τους φορείς του τουριστικού χώρου, ξενοδόχους και επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε τουριστικούς προορισμούς, τα περσινά ρεκόρ φαντάζουν σήμερα μακρινή εικόνα.

Μετά τις αποφάσεις για αναστολή των συνεδριακών εκδηλώσεων, την προσωρινή απαγόρευση του κατάπλου όλων των επαγγελματικών πλοίων θαλάσσιας αναψυχής συμπεριλαμβανομένων των κρουαζιερόπλοιων στα ελληνικά λιμάνια, το κλείσιμο της εστίασης, σειρά είχε η απαγόρευση τη λειτουργίας των καταλυμάτων εποχικής λειτουργίας έως και τις 30 Απριλίου.

Και ενώ μέχρι πριν από λίγες ημέρες, οι ξενοδόχοι φοβόντουσαν μήπως χαθεί τουριστικά η περίοδος του Πάσχα, τώρα όλο και πιο συχνά εκφράζεται ο φόβος να τιναχθεί στον αέρα ολόκληρη η τουριστική σεζόν λόγω του κορονοϊού, που στην ελληνική περίπτωση σημαίνει να χαθεί η καλοκαιρινή περίοδος.

Πρόκειται φυσικά για ένα παγκόσμιο φαινόμενο καθώς εντείνονται οι ταξιδιωτικές απαγορεύσεις και μειώνονται δραστικά τα προγράμματα των αεροπορικών εταιρειών, των tour operators και των ταξιδιωτικών πρακτορείων. Εντούτοις όπως σημειώνουν φορείς του χώρου, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής οικονομίας στηρίζεται στην τουριστική δραστηριότητα, οι επιδόσεις της οποία τα τελευταία χρόνια είναι διαρκώς αυξανόμενη.

Τα πρώτα σημάδια σε κρατήσεις και τζίρους

Ολόκληρος ο προγραμματισμός για τη φετινή χρονιά βρίσκεται στον αέρα. Κανονικά τον Απρίλιο θα ξεκινούσε για τους περισσότερους προορισμούς η σεζόν. Το άνοιγμα ξενοδοχειακών μονάδων, ακόμη και σε δημοφιλείς προορισμούς είναι πλέον αμφίβολο, ενώ ήδη πολλοί επιχειρηματίες κάνουν λόγο για λουκέτα και σοβαρές συνέπειες στην απασχόληση. Την ίδια ώρα έχουν παγώσει οι προκαταβολές από τους tour operators για τα early bookings.
Χθες δόθηκαν στη δημοσιότητα τα στοιχεία της μελέτης του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων που διενεργήθηκε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, η οποία διεξήχθη μέχρι και τις 14.3.2020.

Η  έρευνα αποτυπώνει την πτώση στον ρυθμό μελλοντικών κρατήσεων, κατά 72% στο 92% των ξενοδοχείων δωδεκάμηνης λειτουργίας και κατά  58% στο 83% των ξενοδοχείων εποχικής λειτουργίας σε σχέση με το 2019. Σε 522 εκατ. ευρώ ανέρχονται οι απώλειες για τα ελληνικά ξενοδοχεία από τις ακυρώσεις δωματίων και συνεδρίων (ειδικά τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους και μέχρι την έναρξη της καλοκαιρινής περιόδου, ξενοδοχεία, μεταφορές και ταξιδιωτικά γραφεία βασίζουν μεγάλο κομμάτι του τζίρου τους στις εταιρικές εκδηλώσεις και το συνεδριακό ταξιδιών).

Με βάση δε τα σημερινά δεδομένα, το 91% των ξενοδοχείων συνεχούς λειτουργίας εκτιμά πως θα έχει ποσοστιαία απώλεια τζίρου το 2020 κατά 51%, ενώ το 83% των ξενοδοχείων εποχικής λειτουργίας υπολογίζει ποσοστιαία απώλεια τζίρου κατά 36% για το σύνολο του έτους.

Αγωνία για το μέλλον

Ακόμη κι αν η Ελλάδα δεν είχε να διαχειριστεί την εξάπλωση του κορονοϊού- υπενθυμίζεται πως χθες ανακοινώθηκαν 35 νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου στη χώρα μας, με το συνολικό αριθμό κρουσμάτων να ανέρχεται σε 387- οι βασικές χώρες “δεξαμενές” τουριστών, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, βρίσκονται σε συναγερμό. Ειδικοί φοβούνται πολύ και την τακτική που ακολουθείται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σημειώνεται πως από τη γερμανική και βρετανική αγορά, μόνο πέρσι ήρθαν πάνω από επτά εκατομμύρια επισκέπτες.

Επιχειρηματίες της αγοράς δεν έχουν άλλη επιλογή από το να προασπίζονται και να τηρούν τις κυβερνητικές αποφάσεις για την περιφρούρηση της δημόσιας υγείας, δεν κρύβουν όμως την αυξανόμενη ανησυχία τους για την επόμενη ημέρα της αγοράς, το αν θα καταφέρουν να απορροφήσουν τις απώλειες, το πότε θα αποκατασταθεί η διάθεση για ταξίδια και τι θα γίνει με τους χιλιάδες εργαζόμενους, μόνιμους και εποχικούς, που απασχολούνται στον κλάδο.

Πηγή: Capital.gr