Οι μέτοχοι της “Δωδώνη” επενδύουν στην ελληνική Unismack

    Από: Startup Team

Κράκερς με αλεύρι από φακές, από κουνουπίδι, από ρεβίθια, από κολοκύθα ή από ρυζάλευρο. Snacks χωρίς γλουτένη, με τυρί ή με vegan συστατικά. Αυτά είναι μερικά από τα προϊόντα που παράγει στο Κιλκίς η start up εταιρεία UNISMACK, το 99% της παραγωγής της οποίας εξάγεται στις ΗΠΑ, στη Μεγάλη Βρετανία, στην Αυστραλία και σε 15 ακόμη αγορές.

Σε αυτή την εταιρεία, αποφάσισαν να επενδύσουν οι βασικοί μέτοχοι της Γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη. Οι υπογραφές “έπεσαν” πριν από λίγα εικοσιτετράωρα και πλέον η Lime Capital Partners, απέκτησε το 44,73% της Unismack, ποσοστό που κατείχε από το 2011 η Piraeus-ΤΑΝΕΟ Capital Fund. Το ύψος της συναλλαγής δεν έχει γίνει γνωστό, ούτε πόσα κεφάλαια σκοπεύει να βάλει ο νέος μέτοχος για την ανάπτυξη της παραγωγής, την ενίσχυση του brand και τη διεύρυνση της παρουσίας της εταιρείας στις διεθνείς αγορές.

Ποια είναι όμως η UNISMACK και τι διαφορετικό κομίζει στην αγορά; Η UNISMACK, πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της οποίας ελέγχει ο 40χρονος σήμερα Δημήτριος Στρατάκης μαζί με την οικογένειά του και φίλους που έχουν επενδύσει μαζί του, δημιουργήθηκε το 2006 από τον Δημήτρη και τον 38χρονο σήμερα αδερφό του Αλέξανδρο. Δηλαδή μια διετία μετά την πώληση από τον πατέρα τους, Γιώργο Στρατάκη, της συμμετοχής του στην εταιρεία Κατσέλης που προέκυψε όταν αυτή είχε εξαγοράσει την CIBUS, αρτοβιομηχανία στη Βόρεια Ελλάδα.

Το βάπτισμα του πυρός, στην κυριολεξία, έγινε το 2008 τη χρονιά που ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, λέει στο Capital.gr ο Δημήτρης Στρατάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η ελληνική start up βιομηχανία από το Κιλκίς, η οποία από την αρχή είχε θέσει ως στόχο τις διεθνείς αγορές, συμπληρώνει ο ίδιος. Η δεύτερη κρίση ήταν η ελληνική. Μπορεί η Unismack να μην απευθύνεται για την ώρα στο ελληνικό καταναλωτικό κοινό, το γεγονός όμως ότι η έδρα της βρίσκεται στην Ελλάδα δημιούργησε αρκετά προβλήματα, όταν από το 2011 επιχειρούσε να κλείσει συμβόλαια με ξένους πελάτες, συμπληρώνει ο ίδιος. Παρά τα εμπόδια και τα προβλήματα, ο ίδιος λέει ότι άξιζε το ρίσκο και τα 5 εκατ. ευρώ που επενδύθηκαν στην εταιρεία για τη δημιουργία της παραγωγικής μονάδας.

Σήμερα 13 χρόνια μετά από την ίδρυση της, ο τζίρος της “τρέχει” με διψήφιο ποσοστό ανάπτυξης και από 4,1 εκατ. ευρώ που ήταν το 2017 (1/7/2016-30/6/2017) και 4,8 εκατ. ευρώ στη χρήση που ολοκληρώθηκε στις 30/6/2018, εφέτος εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 6,5 εκατ. ευρώ.

Αύξηση πωλήσεων η οποία προέρχεται από την ανάπτυξη του δικού της brand, του Wellaby’s, από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας που παράγει για λογαριασμό τρίτων, όπως για τη Marks & Spencer, αλλά και από την παραγωγή συγκεκριμένων κωδικών για ξένες βιομηχανίες snacks, αναφέρει ο κ. Στρατάκης.

Τι προϊόντα όμως παράγει η Unismack; Με απλά λόγια snacks και κράκερς. Μόνο που τα προϊόντα της είναι διαφορετικά από τα snacks και τα κράκερς που έχουμε στο μυαλό μας. Είναι προϊόντα χωρίς γλουτένη, κάποια παράγονται με αλεύρι από φακές, από κουνουπίδι, από ρεβίθια, από κολοκύθα ή από ρυζάλευρο. Κάποια έχουν πραγματικό  και πολύ τυρί και κάποια άλλα παράγονται με vegan συστατικά. Ο Κ. Στρατάκης αναφέρει πως η Unismack επενδύει στην καινοτομία και δημιουργεί προϊόντα που με την γεύση και την ποιότητά τους απευθύνονται στο ευρύ κοινό, αλλά ταυτόχρονα έχουν την ιδιαιτερότητα να εξειδικεύονται για να καλύψουν κατηγορίες καταναλωτών που συνήθως δυσκολεύονται να βρουν ποιοτικά σνακ. Κάποιες από αυτές τις κατηγορίες είναι προϊόντα χωρίς αλλεργιογόνα, προϊόντα υψηλά σε πρωτεΐνη, vegan, προϊόντα εξειδικευμένα για μικρές ηλικίες, κ.α.

Κατηγορίες προϊόντων σχεδόν άγνωστες στην Ελλάδα αλλά ιδιαίτερα δημοφιλείς στο εξωτερικό. Σήμερα η αξία της παγκόσμιας αγοράς προϊόντων χωρίς γλουτένη (σ.σ. snacks, αρτοσκευάσματα, κ.λπ.) αγγίζει τα 4,48 δισ. δολάρια και εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 6,47 δισ. δολάρια το 2023 καταγράφοντας δηλαδή μέση ετήσια ανάπτυξη 7,6% (πηγή: Markets&Markets). Την ίδια ώρα η αγορά vegan προϊόντων θα ξεπεράσει τα 73 δισ. δολ. το 2028, σύμφωνα με έρευνα  της Future Market Insights (FMI). Σύμφωνα με το FMI, η βιομηχανία vegan σνακ που αποτιμάται σήμερα στα 31,8 δισ. δολάρια θα καταγράψει ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 8,7%.

Με δεδομένο ότι η αγορά της Unismack είναι η παγκόσμια, επενδύει σε νέα καινοτόμα προϊόντα για να εξυπηρετήσει αυτή την αυξανόμενη διεθνή τάση. Στο πλαίσιο αυτό υλοποιεί το διάστημα αυτό μια ακόμη επένδυση, ύψους 3 εκατ. ευρώ σε μηχανολογικό εξοπλισμό και κτηριακές υποδομές.

Στόχος ο τριπλασιασμός της παραγωγικής δυναμικότητας του εργοστασίου της στο Κιλκίς, η είσοδος σε νέες κατηγορίες προϊόντων όπως μπισκότα, κουλουράκια, κ.λπ. και η βελτίωση του περιθωρίου κέρδους. Η συγκεκριμένη επένδυση αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους 6-8 μήνες μήνες προκειμένου να διασφαλιστεί η παραγωγική κάλυψη των αγορών.

Πηγή: Capital.gr